«Εγώ ξέρω ότι είμαι ο καλύτερος»

Ο Ντόνι Γουόλς, πρώην πρόεδρος των Νικς και παλιός προπονητής στο ΝΒΑ, δήλωνε το 1997 ότι «ο Στογιάκοβιτς σε 4 χρόνια θα είναι All star παίκτης στο ΝΒΑ» και έπεσε σχεδόν μέσα. Ο Πέτζα χρειάστηκε άλλα 5 χρόνια για να παίξει στο πρώτο του All Star Game, αλλά σε αυτά τα 13 χρόνια που πέρασε στις ΗΠΑ, έγινε άλλες δύο φορές All Star, κατέκτησε δύο φορές το διαγωνισμό τριπόντων, συμπεριλήφθηκε μία φορά στη 2η καλύτερη πεντάδα της χρονιάς και -το σημαντικότερο όλων- κατέκτησε έναν τίτλο.

Χθες, ένας εκ των κορυφαίων Ευρωπαίων παικτών ανακοίνωσε την αποχώρησή του από την ενεργό δράση… Ο  Πέτζα Στογιάκοβιτς τα έκανε όλα στην καριέρα του, για να έρθει την περασμένη σεζόν η αποκορύφωση με την κατάκτηση του δαχτυλιδιού του ΝΒΑ, αυτό που τόσο πολύ κυνηγούσε, με τους Ντάλας Μάβερικς.

Εμείς επιλέξαμε να τον  αποχαιρετήσουμε με ένα διαφορετικό τρόπο… Πήγαμε πίσω 14 χρόνια, όταν ο πρωταθλητής του ΝΒΑ, ήταν 20 χρόνων και παίκτης του ΠΑΟΚ. Τότε, σε μια συνέντευξή του το 1997 στον Νίκο Παπαϊωάννου μιλούσε για το τι σημαίνει το μπάσκετ στη ζωή του, αλλά και το όνειρο του, το ΝΒΑ!

«Για μένα τα μπάσκετ είναι η ζωή η ίδια. Το αγάπησα και το αγαπώ όσο τίποτε άλλο στον κόσμο. Είναι πλέον  η δουλειά μου και θα με συντηρεί για τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής μου», έλεγε ως προφήτης ο Πέτζα Στογιάκοβιτς, ενώ η απάντησή του στην ερώτηση για τον αν μπορεί να αγωνιστεί στο ΝΒΑ (σ.σ. μόλις είχε γίνει ντραφτ από τους Σακραμέντο Κινγκς στο νούμερο 14) δήλωσε:

«Φυσικά και μπορώ να παίξω. Εχω τρέλα με το ΝΒΑ. Πέρσι ήθελα να πάω, όμως υπέγραψα συμβόλαιο με τον ΠΑΟΚ. Μόλις τελειώσει θα πάω στο ΝΒΑ τρέχοντας, γιατί για να γίνεις μεγάλος παίκτης πρέπει να παίξεις μαζί με μεγάλους παίκτες». Και έτσι έγινε…

Ο «σέρβο μπόι», όπως τον αποκαλούσε ο Γιάννης Γιαννούλης της εποχή όπου αγωνίζονταν μαζί στον ΠΑΟΚ, είναι από εκείνους του ανθρώπους, τους τυχερούς,  που το όνειρο του έμελε να βγει αληθινό: «Να παίξω στο ΝΒΑ. Όταν λέω να παίξω το εννοώ. Όχι να γυαλίζω τους πάγκους».

Πολλοί προπονητές βρέθηκαν στο δρόμο του, αλλά ένας θα του μείνει αξέχαστος… «Ο Μπανιάρεβιτς, που ήταν πέρυσι στην Λάρισα.  Μ’ έφερε από την Κροατία στη Σερβία, όταν ήμουν 14 χρόνων. Τον έχω σαν δεύτερο πατέρα μου. Δεν μπορώ να πω ότι με έχει χαντακώσει κανείς. Οσο είμαι στον ΠΑΟΚ έχουν περάσει ένα σωρό προπονητές.  Εγω προσπαθώ να παίρνω από αυτούς τα καλά στοιχεία».

«Ο Πέτροβιτς ήταν ο μεγαλύτερος παίκτης της Γιουγκοσλαβίας. Ηταν κάτι σαν τον Γκάλη, μόνο που αυτός καταξιώθηκε στην Αμερική. Θα τον θυμάμαι για πάντα. Δεν κρύβω ότι θα ήθελα να είμαι μεγαλύτερος, για να είχα προλάβει τον Ντράζεν, να δω από κοντά το μεγαλείο του. Πρόλαβα μόνο μερικές… παραστάσεις του. Δυστυχώς δεν τον είδα στα καλύτερά του.

Οσο για την ελληνική εθνική ομάδα δήλωνε: «Όταν έρθει η στιγμή να παίξω στην Εθνική Ελλάδος, θα δούμε… Πάντως, για να παίξεις σε μια ομάδα, θα πρέπει να σε θέλουν και οι συμπαίκτες σου και κάτι τέτοιο δεν βλέπω να συμβαίνει». Πραγματικά δεν χωράει σχόλιο η απάντησή του…

Δύο από τις “εικόνες” που θυμόμαστε πιο έντονα από το πέρασμά του στον ΠΑΟΚ, είναι το περίφημο τρίποντο μέσα στο ΣΕΦ και το σοβαρό τραυματισμό του στο Περιστέρι. «Θα ήθελα να έχω υγεία, μια καλή οικογένεια και λεφτά. Δεν ξέρω κανέναν που να τα έχει όλα αυτά μαζί, κανέναν» είχε πει σε μία άλλη συνέντευξη που είχε δώσει το Μάρτιο του 1997 στο “Τρίποντο” και στον Γιάννη Ντεντόπουλο.

Στην ίδια συνέντευξη είχε αναρωτηθεί… «μήπως φταίει η Ελλάδα για τη γκαντεμιά μου;», ωστόσο από εκεί και πέρα όλα του ήρθαν δεξιά. Προφανώς δεν σκεφτόταν εκείνες τις ημέρες, λίγο μετά το σοβαρό τραυματισμό του, ότι θα βοηθούσε τα επόμενα χρόνια μία μικρομεσαία ομάδα όπως οι Κινγκς να πρωταγωνιστήσουν, ότι θα έκανε μία μεγάλη καριέρα που θα διαρκούσε 13 χρόνια και θα είχε ως τελευταία “στάση” του τον τίτλο του ΝΒΑ.

Αντί επιλόγου, μία ατάκα που είχε πει σε εκείνη τη συνέντευξη στο “Τρίποντο”, κάνοντας -ως συνήθως- πλάκα: «Δεν μου αρέσει να μιλάω για τον εαυτό μου. Θεωρώ ότι είμαι καλός. Το πόσο, ας το λένε οι άλλοι. Εγώ ξέρω ότι είμαι ο καλύτερος».