Στα 16 του ήταν πρωταθλητής Ευρώπης και έκανε το ντεμπούτο του στην Α1, στα 18 του είχε γίνει πρωταθλητής κόσμου και “ανάγκαζε” (μαζί με τους υπόλοιπους χρυσούς έφηβους του 1995) 20.000 ανθρώπους να τρέχουν αυγουστιάτικα στο ΟΑΚΑ. Στα 19 του επιχειρούσε να καρφώσει στα μούτρα του Σακίλ Ο’ Νιλ (άσχετα αν δεν τα κατάφερε και στις δύο προσπάθειες…) και στα 20 του ήταν βασικό στέλεχος στο τριπλ κράουν του Ολυμπιακού.

Ο Δημήτρης Παπανικολάου κατέκτησε πολλά και νωρίς. Εζησε την καριέρα του έντονα και… διόλου αθόρυβα. Μια καριέρα που είχε ως αφετηρία τον Αστέρα Ζωοδόχου Πηγής, ενδιάμεσους σταθμούς τον Σπόρτιγκ, τον Ολυμπιακό, τον Μακεδονικό, τον Παναθηναϊκό, την ΑΕΚ, τον Πανιώνιο και… τερματικό το Περιστέρι.

Σε αυτά τα 18 χρόνια μεσολάβησε… μία ολόκληρη ζωή. Από τότε δηλαδή που άρχισε να “ακούγεται” έντονα το όνομά του, όταν έπαιζε στην Α2 ακόμα, τότε που κάρφωνε μετά μανίας στο (κατάμεστο) κλειστό του Σπόρτιγκ με αντίπαλους όπως ο Φίλιππος Θεσσαλονίκης. Τι μεσολάβησαν;

Αρχικά μία νοσταλγική σεζόν με τον Σπόρτιγκ στην Α1 και εν συνεχεία επτά χρόνια γεμάτα δόξα, επιτυχίες αλλά και κόντρες και δικαστήρια στον Ολυμπιακό, τα οποία χρειάζονται βιβλία ολόκληρα για να τα διατρέξει κανείς. Από τα δύο σερί πρωταθλήματα και το τριπλ κράουν του 1997, μέχρι το τετράμηνο «διαζύγιο» της ίδιας χρονιάς, το ταξίδι στην Ιταλία και την άκομψη επιστροφή στον Πειραιά στις αρχές του 1998. Μία περίοδος που ο «Παπ» θα διέγραφε μονομιάς, αν μπορούσε…

Τα επόμενα χρόνια ο Παπανικολάου «επέστρεψε», έκανε μερικές από τις καλύτερες σεζόν της καριέρας του αλλά κάποια στιγμή θα ερχόταν και το τέλος. Χώρισε από τον Ολυμπιακό σαν άσπονδοι φίλοι το 2002, μετακόμισε στην Κοζάνη για να φορέσει τη φανέλα του Μακεδονικού (κάνοντας προσωπικό ρεκόρ πόντων στην Α1) και ένα χρόνο μετά έκανε κάτι που δεν άρεσε στη… μισή και βάλε Ελλάδα. Αθέτησε τα όσα είχε πει το 2001, ότι δεν θα πήγαινε ποτέ στον Παναθηναϊκό, και αποφάσισε να ενδώσει στην πίεση του Θανάση Γιαννακόπουλου. Την ημέρα που αποδέχθηκε την πρόταση των “πράσινων” ίσως να πέρασε από το μυαλό του η σκέψη ότι από εκείνη τη στιγμή γινόταν ο υπ’ αριθμόν ένα… στόχος στα ελληνικά γήπεδα. Ετσι κι έγινε…

Ο Δημήτρης Παπανικολάου άκουσε πολλά στην καριέρα του. Εκανε εχθρούς (κι ας έλεγε μικρότερος ότι εχθρούς έχει μόνο μέσα στο γήπεδο…), αμφισβητήθηκε, κατακρίθηκε. Οπως και όλοι οι “μεγάλοι” του ελληνικού μπάσκετ. Ισως να μην έφτασε ποτέ στο επίπεδο που οραματιζόμασταν όλοι όσοι μεγαλώναμε παράλληλα “μαζί” του στο ελληνικό μπάσκετ, έγινε όμως ένας από τους “μεγάλους”.

Ηταν “παρών” στα “χρυσά” χρόνια του επαγγελματικού ελληνικού μπάσκετ, έγινε ο μοναδικός παίκτης που κατέκτησε τριπλ κράουν με διαφορετικές ομάδες στην Ελλάδα (με τον Ολυμπιακό το 1997 και τον Παναθηναϊκό το 2007), έπαιξε σε όλες τις μικρές εθνικές (κατακτώντας δύο χρυσά μετάλλια, το 1993 και το 1995) και υπήρξε βασικό στέλεχος της Εθνικής ανδρών από το 1996 μέχρι το 2005.

Λίγο πριν από το τέλος της περασμένης σεζόν δήλωνε απογοητευμένος από το ελληνικό μπάσκετ, έλεγε (σε συνέντευξή του στη δική μας Αθηνά Πατρινού, στο compra.gr) ότι τον στενοχωρεί, αλλά κανείς δεν είπε ότι θα το εγκαταλείψει… Όχι τελείως τουλάχιστον. Στις 22 Αυγούστου του 2011 το πλήρωμα του χρόνου έφτασε για να κρεμάσει τα παπούτσια του. Αυτό που απομένει να μάθουμε είναι το αν θα πράξει αυτό που διατεινόταν πριν από πολλά χρόνια ότι θα κάνει, όταν έρθει η στιγμή να σταματήσει το μπάσκετ: να γίνει προπονητής…

Ο “Παπ” στο χρόνο μέσα από ατάκες του

Ο Δημήτρης Παπανικολάου υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους ατακαδόρους του ελληνικού μπάσκετ. Ιδού οι πιο ξεχωριστές από αυτές που ξεστόμισε από το 1993, όταν παραχώρησε την πρώτη του συνέντευξη (στις24 Αυγούστου 1993, συγκεκριμένα, στο περιοδικό Τρίποντο), μέχρι σήμερα…

1. «Διακοπές; Αστεία λέτε. Και να πήγαινα σε κανένα νησί, πάλι μπάσκετ θα έπαιζα. Γυρίζω από το καλοκαίρι κουρασμένος από το πολύ μπάσκετ», 1993.

2. «Ο Φάνης είναι το μπασκετικό μου πρότυπο, μακάρι μια μέρα να μπορέσω να του μοιάσω», 1995.

3. «Ωρες ώρες νομίζω ότι είμαι ο Πίπεν και σεληνιάζομαι», 1995.

4. «Δεν θα ξεχάσω ποτέ το ματς με τον ΠΑΟΚ την περίοδο 1992-93. Επαιξα 20 λεπτά και είχα 0.950 στο tendex με αντίπαλο τον Λέβινγκστον. Εκ των υστέρων κατάλαβα ότι μ’ άφηνε και εγώ νόμιζα ότι παίζαμε στα σοβαρά», 1995.

5. «Τα άλογα στις κούρσες τα προσέχουν όσο φέρνουν νίκες. Μετά τα σκοτώνουν. Εμένα, αν πάθω κάτι, ποιος θα με προσέξει; Μόνο η μανούλα μου», 1995.

6. «Θα ήθελα να καρφώσω μπροστά στον Σακίλ. Φοβάμαι όμως ότι θα φάω τέτοια τάπα, που θα βρεθώ μαζί με τη μπάλα στην εξέδρα», 1996.

7. «Δεν μου αρέσει καθόλου το ξενύχτι. Δεν βλέπω το λόγο να μείνω κάπου ως τις 6 το πρωί. Θα μπορούσαν τα κλαμπ να ανοίγουν στις 10», 1997.

8. «Δεν είμαι τρελός. Είμαι για τα σίδερα και υπεύθυνος για όλα όσα κάνω», 1999.

9. «Θα κρατήσω το τατουάζ σε όλη την καριέρα μου, αλλά δεν ξέρω τι θα κάνω όταν σταματήσω το μπάσκετ. Δεν θα ήθελα να με βλέπουν τα παιδιά μου με τατουάζ», 2001.

10. «Πήγαμε μέσα στην καλή χαρά για να δούμε την πιο ονομαστή παραλία του κόσμου και… πουφ, βρωμόνερα. Σκέφθηκα ότι ο Θεός μάς ευλόγησε να γεννηθούμε στο ομορφότερο οικόπεδο του κόσμου και αποφάσισα να κάνω ένα τατουάζ που να υμνεί την Ελλάδα. Τι να κάνω, δηλαδή; σαύρα ή δράκο;», 2001.

11. «Οι γυναίκες λατρεύουν το μπάσκετ και αυτές το έκαναν πρώτο άθλημα στην Ελλάδα», 2001.

12. «Οχι (δεν θα πήγαινα ποτέ στον Παναθηναϊκό). Δεν αντέχονται τέτοιες καταστάσεις. Βρίσκεσαι συνεχώς στην… τσίλια και τελικά συνειδητοποιείς ότι οι μεν δεν θα σε αγαπήσουν ποτέ πραγματικά ¬ απλώς θα σε ανέχονται και οι δε θα σε μισούν παράφορα», 2001.

13. «Συναισθηματικά ανήκω στον Ολυμπιακό. Επειδή με στενοχώρησαν πέντε άνθρωποι, δεν θα στενοχωρήσω πέντε εκατομμύρια», 2002.

14. «Θα μπορούσα αν ήθελα, και το είχα συζητήσει με τους ανθρώπους του Παναθηναϊκού, να μείνω στην προηγούμενη ομάδα μου και να κάθομαι. Δεν μου αρέσει αυτό όμως. Θέλω να έχω πρωταγωνιστικό ρόλο», 2007.

15. «Σε λίγο θα χρειαστούμε τα προϊόντα (της DHI, χορηγού του Περιστερίου) στην Ελλάδα, με αυτά που γίνονται», 2011.